αρχιτεκτονική

αρχιτεκτονική
Επιστήμη που αναφέρεται στην τέχνη της οικοδομικής και στους διάφορους ρυθμούς της. Ο όρος, στην ευρύτερη έννοιά του, σημαίνει την τεχνική και την επιστήμη της κατασκευής. Όπως δείχνει η ετυμολογία του, ο όρος αρχιτέκτονας προϋπέθετε, ήδη στην αρχαία Ελλάδα, μια δραστηριότητα η οποία απαιτούσε όχι μόνο τις ικανότητες ενός ατόμου που είχε την ευθύνη της κατασκευής αλλά και τον συντονισμό της εργασίας πολλών ατόμων και του συνόλου των ικανοτήτων τους. Γι’ αυτό o ρόλος του αρχιτέκτονα εμφανίζεται ήδη από την αρχή να είναι συνδεδεμένος άμεσα με την ικανότητα ενός ατόμου όχι να κατασκευάζει υλικά, αλλά να σχεδιάζει (και συνεπώς να προβλέπει) και να διευθύνει έως το τελικό αποτέλεσμα μια πολυσύνθετη σειρά ενεργειών που εκτελούν ειδικευμένοι επαγγελματίες. Χιλιάδες χρόνια φαίνεται ότι δεν γινόταν σαφής διαχωρισμός μεταξύ της εργασίας του μηχανικού και της εργασίας του αρχιτέκτονα. O αρχαίος Έλληνας αρχιτέκτονας ήταν και γλύπτης. Του εμπιστεύονταν γενικά τη διεύθυνση του συνόλου των εργασιών που στη σύγχρονη εποχή καλύπτουν τις αρμοδιότητες του επιχειρηματία και του αρχιτέκτονα. Στη ρωμαϊκή εποχή, η σπουδαιότητα των μεγάλων κοινωφελών έργων και η τελειοποίηση της τεχνικής των κατασκευών διεύρυναν ακόμα περισσότερο τον ρόλο του αρχιτέκτονα, o οποίος επιφορτίστηκε όχι μόνο το σχέδιο και τη διακόσμηση αλλά και ολόκληρο το τεχνικό μέρος. Στον Μεσαίωνα ο αρχιτέκτονας δεν ήταν παρά ένας ειδικευμένος τεχνίτης που είχε επιλεγεί ως αρχιμάστορας και συνεργαζόταν, κάποτε πολύ στενά, με τους ιδιοκτήτες –εκκλησιαστικούς για παράδειγμα– των οποίων οι γνώσεις και οι αρμοδιότητες ενίοτε ήταν πολύ μεγάλες και έπαιζαν αποφασιστικό ρόλο στο τελικό αποτέλεσμα. Σιγά-σιγά όμως οι τεχνικές γνώσεις και το κύρος των αρχιτεκτόνων αυξάνονταν. Αυτό συνέβη ιδιαίτερα στη ρομανική και κυρίως στη γοτθική περίοδο. Στην ιταλική Αναγέννηση εμφανίστηκαν σε πρώτο πλάνο αρχιτέκτονες με πολύ διαφορετική κατάρτιση, πολλοί από τους οποίους ήταν γλύπτες ή ζωγράφοι. Διαμορφώθηκαν δύο τάσεις: η πρώτη απέβλεπε να ανυψώσει γενικά τον αρχιτέκτονα πάνω από το επαγγελματικό πλαίσιο των μεσαιωνικών συντεχνιών·η δεύτερη υπήρξε προάγγελος του διαχωρισμού των αρμοδιοτήτων –μολονότι αυτό φαίνεται να έρχεται σε αντίφαση με το καθολικό πνεύμα ενός Μιχαήλ Αγγέλου ή ενός Λεονάρντο ντα Βίντσι– στα επαγγέλματα τα οποία συνεργάζονταν για την οικοδόμηση των κτιρίων που θεωρούνταν εξαιρετικής σπουδαιότητας. Μετά την Αναγέννηση, οι όροι αρχιτέκτονας και α. υποδήλωναν ολοένα και συχνότερα μόνο την τέχνη της κατασκευής, με τη δημιουργία ιδιαίτερων αισθητικών μορφών, κατάλληλων χώρων για τις σημαντικότερες πρακτικές και πνευματικές ανάγκες της ανθρώπινης ζωής. Η α. θεωρήθηκε έκτοτε μία από τις καλές τέχνες και το έργο της χρήσης κάθε τεχνικής που αποβλέπει να θέσει τις δυνάμεις της φύσης στην υπηρεσία του ανθρώπου αποτέλεσε στο εξής έργο του μηχανικού. Ωστόσο, μόνο στο τέλος του 19ου αι. καθιερώθηκε επίσημα σε διασκέψεις και συνέδρια ο οριστικός επαγγελματικός διαχωρισμός μεταξύ αρχιτέκτονα και μηχανικού. Αλλά κάθε φορά που γίνεται αποδεκτό ότι η τέχνη της οικοδόμησης δεν μπορεί να μην έχει πλήρη και ακριβή ενημέρωση σχετικά με τα μέσα παραγωγής και τις κοινωνικές τους συνέπειες, κάθε φορά συνεπώς που αρνείται να θεωρήσει τον οικοδομημένο χώρο ως κάτι ανεξάρτητο ή απομονωμένο από τις υπόλοιπες ανθρώπινες δραστηριότητες, η α. συνδέεται αναγκαστικά με τη μηχανική από τη μια μεριά και τις τέχνες από την άλλη, ανανεώνοντας σε βάθος τις οικοδομικές της μεθόδους και τις γνωστικές της προϋποθέσεις. Γι’ αυτό σήμερα με τον όρο α. εννοούμε γενικά την τέχνη του προσδιορισμού, με σχετικά σταθερές υλικές διαρθρώσεις, των εσωτερικών και εξωτερικών χώρων που προορίζονται για τις διάφορες μορφές της ανθρώπινης ζωής. Συνεπώς η α. τείνει να διαφοροποιηθεί από το επάγγελμα του μηχανικού και από την απλή οικοδομική, κυρίως με την ανώτερη επίγνωση που έχει μιας αξίας, ηθικής και κοινωνικής, των μορφών που δημιουργεί. Τείνει επίσης να ταυτιστεί με την πολεοδομία εξαιτίας της κοινής ανάγκης αρμονικής διάταξης των μερών σε ένα οργανικό σύνολο μεγάλης κοινωνικής σπουδαιότητας. Στον χώρο της α. υπάγονται η κατασκευή αστικών και θρησκευτικών οικοδομών, η διαρρύθμιση των εσωτερικών χώρων (και γι’ αυτό τον λόγο και η τέχνη της επίπλωσης και διακόσμησης), ενώ ιστορικά δημιουργήθηκε και μια άνθηση στρατιωτικής α. (ιδιαίτερα στον Μεσαίωνα και στην Αναγέννηση, όταν φρούρια, πύργοι και οχυρά έπρεπε όχι μόνο να είναι μέσα άμυνας αλλά και μνημειώδης έκφραση μεγαλείου και ισχύος). Γι’ αυτό μπορεί να λεχθεί ότι η α. εξέφρασε πάντα όχι μόνο την προσωπική ποιητική ιδιοσυγκρασία του κάθε καλλιτέχνη αλλά και κατά τον πιο άμεσο τρόπο και του συστήματος των κοινωνικών, οικονομικών και ιδεολογικών σχέσεων από τις οποίες προήλθε. Τα έργα της α. επιτρέπουν πράγματι να διαβάσουμε τις περιπέτειες ενός πολιτισμού κατά συγκεκριμένο και άμεσο τρόπο, και η ιστορία τους είναι από τις πιο περίπλοκες και ταυτόχρονα από τις πιο ενδιαφέρουσες και πλούσιες σε περιεχόμενο. Ιστορία.Αρκετά γρήγορα έγινε διαφοροποίηση ανάμεσα στα έργα που είχαν μνημειακό χαρακτήρα, σε εκείνα δηλαδή που προορίζονταν να εξυπηρετήσουν θρησκευτικές, ταφικές ή πολιτικές ανάγκες, και στην οικιακή ή ωφελιμιστική οικοδομική, η οποία δεν υπέστη πάντοτε την επίδραση της τεχνικής που χρησιμοποιήθηκε στην κατασκευή των μνημείων. Ανάμεσα στις αρχαιότερες πραγματοποιήσεις της α. πρέπει να αναφερθούν τα γιγαντιαία ντόλμεν, προϊστορικά μνημεία που κατασκευάστηκαν την τρίτη και τη δεύτερη χιλιετία π.Χ. με την τοποθέτηση τεράστιων πέτρινων πλακών πάνω σε κάθετες πέτρες· η στοίχιση, μήκους εκατοντάδων μέτρων κάποτε (όπως στο Κάρνακ της Βρετάνης), μεγάλων βράχων, όρθιων και τοποθετημένων προς ορισμένη κατεύθυνση· τα μενχίρ, τεράστιες μεμονωμένες πέτρινες στήλες, που χρειάστηκαν ισχυρότατα μηχανικά μέσα για να μεταφερθούν και να στηθούν στη θέση που βρίσκονται. Σε όλες αυτές τις περιπτώσεις σημασία έχει όχι τόσο η επεξεργασία, όσο η υπολογισμένη τοποθέτηση του υλικού, που δημιούργησε αρκετά ομοιογενή σύνολα, όπως τα μεγαλιθικά μνημεία της Μεγάλης Βρετανίας με κυκλική διάταξη, που το πιο ενδιαφέρον δείγμα τους βρίσκεται στο Στόουνχεντζ, κοντά στο Σόλσμπερι. Η οικιακή οικοδομική, αντίθετα, έως την πολύ νεότερη εποχή στηρίχτηκε στη βόρεια Ευρώπη σε ξύλινες κατασκευές, με σχέδια κυρίως ορθογώνια, όμοια με τα σχέδια των σημερινών αγροτικών οικοδομών: κάποτε ήταν χτισμένες επάνω σε πασσαλώματα και για λόγους ασφάλειας σε λίμνες ή σε βάλτους. Ειδικά στις μεσογειακές περιοχές ήταν διαδεδομένος και ένας τύπος κατοικίας με κυκλικό σχέδιο και με κωνική στέγη, κατά ένα μέρος κατασκευασμένη από πέτρα και κατά ένα μέρος από ξύλο και ψάθα, που στην πιο εξελιγμένη μορφή της –όμοια με τις νουράγες της Σαρδηνίας– έπρεπε να μοιάζει με τους σημερινούς τρούλους του Αλμπερομπέλο και άλλων περιοχών της Απουλίας. Στις αλπικές περιοχές υπάρχουν από αρχαιότατη παράδοση καλύβες κατασκευασμένες ολόκληρες από κορμούς δέντρων που είναι τοποθετημένοι ο ένας πάνω στον άλλο. Η δεύτερη μεγάλη φάση της α. χαρακτηρίζεται από την επεξεργασία του υλικού που έχει προηγηθεί (πέτρα, βράχοι) ή από την τεχνική του επεξεργασία (πλίθινα τούβλα, ψημένος πηλός κλπ.). Αυτό συνέβη στην Αίγυπτο και τη Μεσοποταμία γύρω στο 3000 π.Χ., με το πέρασμα από την τοιχοποιία με πλιθιά στεγνωμένα στον ήλιο (όπως απαντώνται ακόμα και σε πολλές αγροτικές οικοδομές στην κεντρική και βόρεια Ευρώπη) στις σειρές από τούβλα που, πολλές φορές, για να πετύχουν μεγαλύτερη ανθεκτικότητα, καλύπτουν με σμάλτο (όπως στα μεγάλα βασιλικά ανάκτορα της Μεσοποταμίας, στις πύλες των πόλεων κλπ.) ή στις τετραγωνισμένες πέτρες, που τις πελεκούσαν προηγουμένως στα λατομεία. Αυτό καθιστούσε δυνατή μια μεγαλύτερη κανονικότητα στην εκτέλεση και παρείχε τη δυνατότητα να γίνουν οι διαστάσεις όσο ήθελε κανείς μεγάλες, αφού τα όριά τους καθορίζονταν μόνο από την αντοχή των υλικών. Προκάλεσε όμως και μια εξειδίκευση της εργασίας, η οποία με τη σειρά της προϋπέθετε ανεπτυγμένη ικανότητα σχεδιασμού και κατάλληλη κοινωνική και οικονομική οργάνωση. Ακριβώς γι’ αυτό τα μεγάλα αρχιτεκτονικά έργα έμειναν για πολύ μεγάλο διάστημα προνόμιο των ιερατείων και των μεγάλων ηγεμόνων και σημείωσαν τα μεγαλύτερα επιτεύγματα στους ναούς, στα βασιλικά ανάκτορα και στους τάφους, σε χώρες όπου η λατρεία των νεκρών ήταν ιδιαίτερα μεγαλοπρεπής. Στη Μεσοποταμία και την Αίγυπτο, όπου οι γεωμετρικές γνώσεις είχαν αναπτυχθεί περισσότερο, ακόμα και για λόγους συμβολικούς (δηλαδή για να αντιστοιχεί το οικοδόμημα στη δομή που πίστευαν ότι είχε το σύμπαν και να αναπαριστά τα μέρη του), δοκιμάστηκαν περίπλοκα συστήματα αναλογιών, δημιουργήθηκαν επίσης καθαρά γεωμετρικές μορφές (όπως στις πυραμίδες) ή μνημεία εξαιρετικά αντιπροσωπευτικά, όπως τα ζίκουρατ, μεγάλοι πυργοειδείς ναοί με πολλούς ορόφους, στους οποίους ανέβαιναν με κλίμακες και των οποίων η ανάμνηση διατηρήθηκε για πολύ καιρό στη βιβλική αφήγηση για τον Πύργο της Βαβέλ. Αντίθετα, η μεσογειακή α. έδωσε τα αριστουργήματά της στους ελληνικούς ναούς, που στην πιο εξελιγμένη μορφή τους μια συνεχής σειρά κιόνων, υπολογισμένων με ακρίβεια στη μορφή και στις διαστάσεις, περιβάλλει έναν σηκό με απλούστερο χτίσιμο. Κάθε αρχιτεκτονικό στοιχείο ξεχωρίζει καθαρά, ανάλογα με τον προορισμό του, και ποικίλλει ανάλογα με τον αρχιτεκτονικό ρυθμό του συνόλου. Οι διαστάσεις δεν ήταν γιγαντιαίες, αλλά σε αντιστάθμισμα o αρχιτέκτονας έλαβε υπόψη του την ανάγκη ενδεχόμενων διορθώσεων προοπτικής για να την κάνει να φαίνεται πιο αρμονική. Η χρησιμοποίηση της γλυπτικής στα διαζώματα και τα αετώματα και των πολύχρωμων διακοσμήσεων, που σήμερα έχουν τελείως χαθεί, απέκτησε μεγάλη σπουδαιότητα. Η ελληνορωμαϊκή οικία, διαιρεμένη σε διάφορους χώρους γύρω από το μεγάλο αίθριο και τον κήπο, διατηρήθηκε το ίδιο απλή στην κατασκευή της. Οι ανασκαφές του Ηρακλείου (Erkolano) και της Πομπηίας αποκάλυψαν εκτεταμένη χρήση ξύλινων χωρισμάτων, ενδιάμεσων τοίχων και πολύφυλλων θυρών. Μία αποφασιστικής σημασίας καινοτομία, που διαδόθηκε στη διάρκεια της Ρωμαϊκής αυτοκρατορίας και άλλαξε σημαντικά τα οικοδομικά συστήματα, ενώνοντας σε ένα ενιαίο σύνολο τις κατασκευές, ήταν η χρησιμοποίηση του θόλου, που επέτρεψε να καλυφθούν ευρύτατοι χώροι, αλλά και δημιούργησε την ανάγκη ισχυρών ενισχυτικών τοιχωμάτων. Τα σημαντικότερα δείγματα κτιρίων στεγασμένων με θόλους της περιόδου αυτής τα συναντούμε στις μεγάλες θέρμες της Ρώμης και στην έπαυλη του Αδριανού κοντά στο Τίβολι. Για λόγους στατικής οι Ρωμαίοι αρχιτέκτονες επινόησαν νέα συστήματα για να κάνουν ελαφρύτερους τους θόλους. Για τον σκοπό αυτό χρησιμοποίησαν ένα ειδικό οικοδομικό υλικό, το οποίο αποτελούσαν στοιχεία οπτής γης, κενά στο εσωτερικό τους. Τυπικό δείγμα οικοδομήματος, για τον θόλο του οποίου χρησιμοποιήθηκε το υλικό αυτό, είναι το μαυσωλείο της Αγίας Ελένης στη Λαβικανή οδό της Ρώμης, που ακριβώς γι’ αυτό το χαρακτηριστικό του γνώρισμα ονομάστηκε Tor Pignatarra (Πύργος από τη γη). Η κατασκευή κτιρίων με κυκλική κάτοψη, με καμπυλόγραμμους τοίχους και θολωτή στέγη, ευνόησαν την ανάπτυξη των θόλων. Ονομαστά δείγματα ρωμαϊκών οικοδομών με κυκλική κάτοψη, στεγασμένων με θόλο, είναι το Πάνθεο και ο ναός της Μινέρβα Μέντικα (Αθηνάς) στη Ρώμη. Με αυτόν τον τύπο κατασκευής συνδέονται βυζαντινά οικοδομήματα, όπως o ναός της Αγίας Σοφίας στην Κωνσταντινούπολη. Ουσιώδη χαρακτηριστικά των βυζαντινών εκκλησιών είναι η ευρύτητα του στεγασμένου κλίτους και η φωτεινότητά του που τονίζεται από πολύχρωμα ψηφιδωτά, πολύτιμα μάρμαρα, γύψινα διακοσμητικά στοιχεία και αλαβάστρινες πλάκες. Η Δύση, αντίθετα, προτιμά εκκλησίες με κάτοψη βασιλικής, οι οποίες αποτελούνται από τρία μεγάλα ορθογώνια κλίτη, χωρισμένα από κίονες με τόξα ή επιστύλια και τελειώνουν σε μία ή περισσότερες αψίδες. Αυτές σκεπάζονται συνήθως με μία ξύλινη οροφή και συνεπώς παρουσιάζουν μικρότερες δυσκολίες στην κατασκευή τους. Δεν λείπουν όμως και εδώ οικοδομήματα με κυκλικές κατόψεις (Σαν Βιτάλε της Ραβένα, Σαν Λορέντσο του Μιλάνου, Καπέλα Παλατίνα του Λάχεν) που κάποτε χρησιμοποιούνται και ως αίθουσες του θρόνου. Το σχήμα αυτό συνηθίζεται πολύ στα βαπτιστήρια. Τον Μεσαίωνα η γενική τάση είναι προς τη συμπαγέστερη τοιχοποιία, με λίγα παράθυρα· η χρήση του θόλου είναι σπάνια· η οικιακή οικοδομική χρησιμοποιεί κυρίως την πέτρα. Δεν λείπουν οι σωτήριες προσπάθειες σωστής πολεοδομίας και στις πόλεις που χτίστηκαν για στρατιωτικούς σκοπούς·μία υποδειγματική κατανομή των βοηθητικών χώρων (τουαλέτες, μπάνια, κουζίνες κλπ.) βρίσκουμε στα μοναστήρια, που γίνονται διαρκώς πιο επιβλητικά και οργανωμένα πολλές φορές σαν αληθινές πόλεις (το μοναστήρι π.χ. του Σεν Γκαλ στην Ελβετία και του Κλινί στη Γαλλία), και στους πύργους της Απουλίας και της Γαλλίας. Μια νέα καμπή αποτελεί ο γοτθικός ρυθμός, που η κληρονομιά του παραμένει και σήμερα ζωντανή, όχι τόσο για τον διακοσμητικό πλούτο του όσο για την προηγμένη τεχνική της κατασκευής και την τελειότητα των υπολογισμών των σχετικών με την αντοχή στο βάρος, στον άνεμο κλπ. Οι θόλοι που γίνονται ολοένα μεγαλύτεροι και ψηλότεροι, σε συμπαγείς τοίχους, υποβαστάζονται από παραστάδες ή δέσμες από κίονες, ανάμεσα στις οποίες υπάρχει μερικές φορές μόνο μια τζαμαρία. To οικοδόμημα γίνεται εξάλλου ένας δυναμικός οργανισμός, που βρίσκει την ισορροπία του σε ένα σύστημα αντίθετων ωθήσεων, τέλεια υπολογισμένων. Επειδή αυτό συνεπάγεται και μια σημαντική οικονομία υλικών και επεξεργασίας τους, οι καθεδρικοί ναοί μπορούν να γίνονται τόσο ευρύχωροι, έτσι ώστε να δέχονται ολόκληρο τον πληθυσμό των αστικών κέντρων, που ήδη έχουν μεγαλώσει σημαντικά. Τα καλύτερα δείγματα του είδους είναι οι καθεδρικοί ναοί της Σαρτρ, της Ρενς, της Μπουρζ, της Αμιένης, του Μποβέ κλπ. Οι αρχιτέκτονες αποκτούν την πιο μεγάλη εκτίμηση, διευθύνουν με τους βοηθούς τους το εργοτάξιο, υπογράφουν με υπερηφάνεια τα έργα τους, διαλέγουν τους ζωγράφους ως σύμβουλοι των αρχόντων στις μεγαλύτερες πόλεις. Οι τεχνίτες, που απέκτησαν μεγάλη πείρα από την εργασία τους σε αυτά τα μεγάλα εργοτάξια, συμβάλλουν, έστω και σε μικρότερο βαθμό, στην ανανέωση της ιδιωτικής οικοδομικής· οι δημοτικές αρχές εφοδιάζουν τις πόλεις με νοσοκομεία, σχολεία, υδραγωγεία, βρύσες, οχυρώσεις κλπ. Στη γοτθική α. οφείλονται και πιο σύνθετοι μηχανισμοί, όπως οι ανεμόμυλοι και οι νερόμυλοι, οι εγκαταστάσεις αντλιών κλπ. Η επίδραση του αραβικού πολιτισμού υπήρξε σημαντικότατη. Η ισλαμική όμως α., παρά τις τεχνικές γνώσεις που ανέπτυξε, παρέμεινε συνδεδεμένη με πάρα πολύ απλά οικοδομήματα και με τη μόνιμη χρησιμοποίηση, εξαιτίας της βυζαντινής παράδοσης, θόλων κατασκευασμένων με ελαφρά υλικά. To ίδιο μπορεί να ειπωθεί γενικά και για την α. της Άπω Ανατολής, η οποία μετέφερε στις παγόδες το μεσοποταμικό μοτίβο των ναών με τη μορφή πύργου και δημιούργησε μια κομψότατη αλλά όχι πολύ ανθεκτική οικιακή οικοδομική. Τον 15ο αι., στη Φλωρεντία, στη Ρώμη και σε άλλες ιταλικές πόλεις, o Φίλιπο Μπρουνελέσκι και αργότερα o Λεόν Μπατίστα Αλμπέρτι, που ήταν όχι μόνο αρχιτέκτονες αλλά και ουμανιστές με πλούσια καλλιέργεια, αντίπαλοι της γοτθικής α., επανέφεραν τα πιο αυστηρά αρχιτεκτονικά στοιχεία της ελληνορωμαϊκής αρχαιότητας (κολόνες, κιονόκρανα, θριγκούς). Χρησιμοποίησαν κατά κανόνα πλήρη τόξα και κατασκεύασαν οικοδομές, οι οποίες στηρίζονταν περισσότερο στην ομορφιά του σχεδίου παρά στην τεχνική δεξιοτεχνία. Η Αναγέννηση γνώρισε μεγάλους καλλιτέχνες (Μικελότσο, Μπαλντασάρε Περούτσι, Σανγκάλο, Ντονάτο Μπραμάντε, Μικέλε Σανμικέλι, Αντρέα Παλάντιο), ενώ μεγάλοι ζωγράφοι και γλύπτες της ενδιαφέρθηκαν για την α. (Λεονάρντο, Ραφαήλ, Μιχαήλ Άγγελος, Βαζάρι). Δημιούργησε τον τύπο του σύγχρονου μεγάρου, δίνοντάς του διαστάσεις που ποτέ δεν είχε, καθώς και τον θόλο (οι θόλοι του καθεδρικού ναού της Φλωρεντίας και του Αγίου Πέτρου στη Ρώμη συγκαταλέγονταν, όπως είναι γνωστό, ανάμεσα στα αριστουργήματα της α. της Αναγέννησης). Παρουσίασε και μια μνημειώδη κατασκευή στις εξοχικές επαύλεις, που συναγωνίζονταν τα μέγαρα των πόλεων. Από αρχιτεκτονική ωστόσο άποψη δεν μπόρεσε να ανταγωνιστεί τον πλούτο των ιδεών του γοτθικού ρυθμού και έτσι μόνο μερικές και διακοσμητικές ήταν οι καινοτομίες του μπαρόκ και του ροκοκό, μολονότι στην περίοδο του μπαρόκ, χάρη κυρίως στον Φραντσέσκο Μπορομίνι, η κάτοψη των κτιρίων απέκτησε πολύ ελεύθερη κίνηση ενώ τα εσωτερικά έγιναν γραφικά, γοητευτικά και πλούσια διακοσμημένα με τοιχογραφίες, αγάλματα και γύψινα κοσμήματα. Περισσότερο ριζική ανανέωση σημειώθηκε τον 19o αι. όταν, παράλληλα με την επανεμφάνιση των κλασικών στοιχείων (κίονες, τόξα, αετώματα) και την απομίμηση σχεδόν όλων των αρχαίων και εξωτικών τεχνοτροπιών, πολεοδόμοι, αρχιτέκτονες στρατιωτικών έργων και μηχανικοί άρχισαν να πειραματίζονται με νέα υλικά, όπως o σίδηρος και ο χυτοσίδηρος, μελετώντας με προσοχή τις γοτθικές οικοδομές για να ανακαλύψουν τα μυστικά τους. Δημιουργήθηκαν έτσι καταπληκτικές, ελαφρότατες σιδερένιες γέφυρες· τολμηρότατοι οβελίσκοι, η Μόλε Αντονελιάνα του Τορίνο· οικοδομήματα χωρίς ή σχεδόν χωρίς επένδυση παρουσιάζονταν γυμνά στην κατασκευή τους, όπως o Πύργος του Άιφελ στο Παρίσι. Στο Σικάγο, ήδη στα τέλη του 19ου αι., κατασκευάζονταν με βάση τις αρχές αυτές οι πρώτοι σύγχρονοι ουρανοξύστες, απλούστατα οικοδομήματα από σίδερο ή μπετόν αρμέ, με τοίχους οι οποίοι αποτελούνταν από μεγάλες τζαμαρίες και εσωτερικά χωρίζονταν με ελαφρούς μεσότοιχους. Στην Ευρώπη, αντίθετα, ο αρχιτέκτονας φάνηκε στην αρχή σαν να έμεινε πίσω από τις νέες αυτές τεχνικές κατακτήσεις. Μπόρεσε όμως πολύ γρήγορα να βρει ισχυρή υποστήριξη στα παράλληλα καλλιτεχνικά κινήματα που έθεταν σκοπό τους να ξεπεράσουν από τη δική τους πλευρά την αντίθεση ανάμεσα στη διακοσμητική ομορφιά και στην καθαρή χάρη των μορφών που εξυπηρετούσαν πρακτικές ανάγκες. Μια πρώτη απόπειρα που σημείωσε επιτυχία έγινε μεταξύ 1890 και 1914 στα πλαίσια της Art Nouveau από μεγάλους αρχιτέκτονες και διακοσμητές, όπως οι Βικτόρ Ορτά, Τσαρλς Ρ. Μάκιντος, Χένρι Βαν ντε Βέλντε, Βικτόρ Γκιμάρ, Άουγκουστ Έντελ, Γιόζεφ Μαρία Όλμπριχ και, μολονότι σε κάποια απόσταση, o Αντόνιο Γκαουντί, οι οποίοι είχαν βάλει σκοπό να εκμεταλλευτούν από την πλευρά του ρυθμού όλες τις δυνατότητες που έδιναν τα νέα υλικά και οι νέες διαδικασίες κατασκευής, θεωρώντας έτσι τη μοντέρνα τεχνική όχι δέσμευση αλλά πρόκληση προς την ελευθερία. Οι διακοσμητικές υπερβολές στις οποίες εκφυλίστηκε αργότερα η Art Nouveau και οι αυστηρά γεωμετρικοί πειραματισμοί του κυβισμού οδήγησαν πολύ γρήγορα σε μια βίαιη αντίδραση, στο όνομα της απλότητας και του ωφελιμισμού, που χαρακτηριζόταν από τη χρησιμοποίηση ευθύγραμμων και συμμετρικών όγκων. Η αντίδραση αυτή εκδηλώθηκε πρώτα στη Βιέννη (με τους Γιόζεφ Χόφμαν, Πέτερ Μπέρενς, Άντολφ Λόος), αλλά πολύ γρήγορα επεκτάθηκε σε ολόκληρη την Ευρώπη (ένα από τα πρώτα αριστουργήματα υπήρξε το εργοστάσιο Φάγκους στο Άλφελντ αν ντερ Λάινε, στη Γερμανία, που σχεδίασαν ο Βάλτερ Γκρόπιους και o Άντολφ Μάγερ, όπου χρησιμοποιήθηκε για πρώτη φορά ο συνεχόμενος γυάλινος τοίχος). Ο κυβισμός και το κίνημα Ντε Στιλ στη ζωγραφική (του οποίου σημαντικότερος εκπρόσωπος ήταν ο Μοντριάν) δημιούργησαν σχέσεις αναλογιών γεμάτες χάρη. Ο πιο γνωστός και με τη μεγαλύτερη επιρροή εκπρόσωπος αυτού του κινήματος είναι ο Λε Κορμπιζιέ, μαζί με τους Μιές Βαν ντερ Ρόε, Έριχ Μέντελσον κ.ά. Ουσιαστική υπήρξε επίσης η συμβολή του κινήματος Μπαουχάους, που διηύθυνε o Γκρόπιους. Ο ορθολογισμός που επρόκειτο να θριαμβεύσει στις Ηνωμένες Πολιτείες εξαιτίας της μετανάστευσης των μεγάλων Γερμανών δασκάλων και εξακολουθεί να έχει ενδιαφέρουσες εξελίξεις στη Λατινική Αμερική, προκάλεσε μεγάλες συζητήσεις μετά τον B’ Παγκόσμιο πόλεμο (σχεδόν ταυτόχρονα με την προβολή στη ζωγραφική της μη γεωμετρικής αφηρημένης τέχνης), στο όνομα μιας υποβλητικής, πιο προσωπικής διάταξης των χώρων και με την επιστροφή σε παραδοσιακά υλικά όπως η πέτρα, o πηλός, το τούβλο, το ξύλο. Έγινε πολύς λόγος για μια οργανική α. και αναφέρθηκαν τα παραδείγματα του Άλβαρ Άαλτο, διάσημου για τη χρησιμοποίηση των παραδοσιακών φιλανδικών οικοδομικών υλικών, και προπάντων του Φρανκ Λόιντ Ράιτ, στον οποίο οφείλεται και μια σπουδαία μελέτη του εξοχικού αμερικανικού σπιτιού. Η ψυχολογική και κοινωνική έρευνα γίνεται έτσι ουσιαστικό στοιχείο του σχεδίου και κάποτε μάλιστα αποτελεί και το επικρατούν στοιχείο, όπως στα σχολεία που σχεδίασε ο Ρίτσαρντ Νόιτρα. Η οργανική α. δεν πρέπει ωστόσο να θεωρηθεί άρνηση της λειτουργικότητας, αλλά μάλλον διεύρυνσή της που αποβλέπει να ενσωματώσει μέσα στους σκοπούς για τους οποίους προορίζεται το σπίτι και εκείνους που το κάνουν περισσότερο κατοικήσιμο και να το εισαγάγει σε ένα πολεοδομικό πλαίσιο που vα ανταποκρίνεται σε σκοπούς όχι μόνο ωφελιμιστικούς αλλά και ψυχολογικούς, μορφωτικούς, κοινωνικούς. Κατά συνέπεια ο αρχιτέκτονας τώρα σέβεται περισσότερο τις παραδοσιακές αξίες του περιβάλλοντος και της πόλης μέσα στην οποία δημιουργεί και αναγνωρίζει ολοένα και μεγαλύτερη σπουδαιότητα, ακόμα και ψυχολογική, στη διακόσμηση. Μία από τις νεότερες κατακτήσεις της α. είναι η δυνατότητα της προκατασκευής οικοδομικών στοιχείων, ακόμα και μεγάλων διαστάσεων, από ελαφρύ τσιμέντο (συμπιεσμένο) και η σύνδεσή τους σε συντομότατο χρόνο. α. ακουστική.Η εφαρμογή των αρχών της ακουστικής στη σχεδίαση των κτιρίων, για την εξασφάλιση της ηχητικής μόνωσης ή και της αρτιότερης ηχητικής απόδοσης. αρχιτεκτονικοί ρυθμοί.Ο όρος προσδιορίζει το σύνολο των κανόνων που ρυθμίζουν τη μορφή και τις αναλογίες των κύριων μελών των κλασικών κτιρίων, δηλαδή το κρηπίδωμα, τις κολόνες και τις παραστάδες, το επιστύλιο και τον θριγκό. Οι κλασικοί αρχιτεκτονικοί ρυθμοί (δωρικός, ιωνικός, κορινθιακός) είναι δημιουργήματα του ελληνικού πολιτισμού. Σε αυτούς οι Ρωμαίοι προσέθεσαν τον τοσκανικό και τον σύνθετο και τους ενέταξαν στα κυκλικά κτίριά τους. Ο Μεσαίωνας αγνόησε τους κλασικούς ρυθμούς, η Αναγέννηση τους χρησιμοποίησε ως συντελεστές της α. της, ενώ ο νεοκλασικισμός τούς εφάρμοσε με αρχαιολογική πρόθεση. Μερική επιστροφή σημειώθηκε στις αρχές του 20ού αι. στην Ιταλία, τη Γερμανία και τη Ρωσία. Οι σύγχρονοι αρχιτέκτονες, ιδιαίτερα των Ηνωμένων Πολιτειών, τους μεταχειρίζονται και σε οικοδομήματα μη παραδοσιακής μορφής. Στα έργα που σχεδιάστηκαν για την αντιμετώπιση του κυκλοφοριακού προβλήματος στις μεγαλουπόλεις επιτεύχθηκε ένας τέλειος συνδιασμός αρχιτεκτονικών και αισθητικών απαιτήσεων. Στη φωτογραφία, πολλαπλή ανισόπεδη διάβαση στις ΗΠΑ (φωτ. Erre). Η αψιδωτή είσοδος του αυτοκρατορικού τεμένους στο Ισπαχάν, έργο του Ουστάντ Αμπούλ Κάσιμ (18ος αι.), αντιπροσωπευτικό δείγμα ισλαμικής αρχιτεκτονικής (φωτ. Igda). Ο Βαν-Ταπ (Ανθισμένος Πύργος) στην Καντόνα, αρχαία παγόδα, εξαίρετο δείγμα κινεζικής αρχιτεκτονικής (φωτ. Βavaria). Το εσωτερικό του ναού της Αγίας Σοφίας στην Κωνσταντινούπολη, της θαυμάσιας βυζαντινής εκκλησίας που ίδρυσε (532-537) ο Ιουστινιανός και επηρέασε την ισλαμική θρησκευτική αρχιτεκτονική (φωτ. Plerschy). Σχηματική κάτοψη του ναού της Αγίας Σοφίας στην Κωνσταντινούπολη, εξαίρετο δείγμα βυζαντινής αρχιτεκτονικής. Η αρχιτεκτονική ανανεώθηκε ριζικά γύρω στα τέλη του 19ου αι., χάρη στα νέα επιτεύγματα και τη χρησιμοποίηση νέων υλικών ο Πύρος του Αϊφελ του 1899, σύμβολο της γαλλικής πρωτεύουσας, αποτελεί τυπικό παράδειγμα. Η Art Nouveau και τα κινήματα De Stijl και Bauhaus καθώς και ο ρασιοναλισμός συνέβαλαν στη δημιουργία των νέων αρχιτεκτονικών αντιλήψεων. Μεταξύ των επιφανέστερων εκπροσώπων των νέων κατευθύνσεων υπήρξε ο Φρανκ Λόιντ Ράιτ (¨"Σπίτι στον καταρράκτη"), 1936). Αποψη του εσωτερικού του Μεγάρου της Εργασίας στο Τορίνο, έργο του αρχιτέκτονα Πιερ Λουίτζι Νέρβι. Παρεκκλήσιο της Παναγίας του Ο στο Ρονσάν (1954), έργο του Λε Κορμπιζιέ. Το περίπτερο των ΗΠΑ στην Παγκόσμια Εκθεση του Μόντρεαλ του 1967, έργο του αρχιτέκτονα Φούλερ. Η ρομαντική εκκλησία των Αγίων Αποστόλων στην Κολονία. Το Κρόμλεχ του Στόουνχεντζ στη Μεγάλη Βρετανία, λαμπρό δείγμα μνημειακής αρχιτεκτονικής. Ο καθεδρικός ναός της Σαρτρ στη Γαλλία, δείγμα ιδιότυπης αρχιτεκτονικής. Το μέγαρο Στρότσι στη Φλωρεντία, οικοδόμημα του 15ου αι. Ο πύργος του Φερδινάνδου στο Σαν Λεό, έργο του Τζιόρτζιο Μαρτίνι του 15ου αι. Αποψη της έπαυλης του Παλάντιο στην Ιταλία (16ος αι.). Ο Σαντ Ιβο του πανεπιστημίου της Ρώμης, έργο του Μπορομίνι, υποδειγματικό οικοδόμημα ρωμαϊκού μπαρόκ. Το μέγαρο του ΟΗΕ στη Νέα Υόρκη, αντιπροσωπευτικό δείγμα σύγχρονης αρχιτεκτονικής. Η εκπληκτική ανάπτυξη του αυτοκινήτου ανάγκασε τη σύγχρονη αρχιτεκτονική να αντιμετωπίσει και να δώσει λύση σε σημαντικά προβλήματα σχετικά με τις οδικές συγκοινωνίες. Στη φωτογραφία, αυτοκινητόδρομος πάνω στον ποταμό Πολτσεβέρα, στη Γένοβα (φωτ. Nat - Polidori). Στη Σαρδηνία έχουν βρεθεί ερείπια που μαρτυρούν την ύπαρξη στο νησί ενός πανάρχαιου ακμαίου πολιτισμού με ενδιαφέρουσα αρχιτεκτονική. Τμήμα των ανακτόρων της Κνωσού, με τη χαρακτηριστική κομψότητα των γραμμών, που κυριαρχεί στις μινωικές οικοδομές. Η πυραμίδα του Χέοπα στην Γκίζα, τυπκό δείγμα μνημειακών φαραωνικών τάφων. Η βασιλική του Μαξεντίου, ρωμαϊκό δημόσιο κτίριο. Ενα δείγμα της αρχιτεκτονικής των Μάγια αποτελεί η μεγάλη βαθμιδωτή πυραμίδα του "ναού των πολεμιστών" στο Τσιτσέν Ιτζά, στο Γιουκατάν. Ο ναός του Σίβα στο Χινταμπαράν, του 13ου αι., είναι ένας από τους αρχαιότερους της νότιας Ινδίας, αντιπροσωπευτικό δείγμα της αρχιτεκτονικής Ιντού (φωτ. Multedo). Οικοδομήματα με χαρακτηριστικούς τύπους κατόψεων διαφόρων αρχιτεκτονικών ρυθμών: 1) Πάνθεο της Ρώμης του 2ου αι. μ.Χ. 2) Ρομανική βασιλική του Σαν Αμπράζιο στο Μιλάνο του 11ου αι. 3) Η παλλαδιανή έπαυλη "Λα Ροτόντα" στη Βιτσέντσα του 1550. 4) Εκκλησία του Σαν Καρλίνο στη Ρώμη του Μπορομίνι του 1640. Ο Παρθενώνας, παρά το πέρασμα των αιώνων, εξακολουθεί να θεωρείται κορυφαίο και ανεπανάληπτο επίτευγμα της αρχιτεκτονικής, που συνδυάζει την κλασσική λιτότητα με το αναμφισβήτητο μεγαλείο.
* * *
η (Α ἀρχιτεκτονική)
η τέχνη και τεχνική της οικοδόμησης που έχει για σκοπό της την ικανοποίηση των πρακτικών και καλλιτεχνικών αναγκών έκφρασης του πολιτισμένου ανθρώπου.
[ΕΤΥΜΟΛ. Θηλ. του επιθ. αρχιτεκτονικός, με χρήση ουσιαστικού].

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Нужен реферат?

Look at other dictionaries:

  • αρχιτεκτονική — η 1. η τέχνη της ανέγερσης και της διακόσμησης κτιρίων: Σπούδασε στο πολυτεχνείο αρχιτεκτονική. 2. σύνθεση, οικονομία ενός λογοτεχνικού ή καλλιτεχνικού έργου, η διάταξη των μερών του συνόλου: Η αρχιτεκτονική του διηγήματος αυτού δεν είναι καλή …   Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)

  • ἀρχιτεκτονικῇ — ἀρχιτεκτονικός of fem dat sg (attic epic ionic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ἀρχιτεκτονική — ἀρχιτεκτονικός of fem nom/voc sg (attic epic ionic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • οργανική αρχιτεκτονική — Ο όρος οργανικός στην αρχιτεκτονική, στο μέτρο που συνδέεται με την αντίληψη περί φυσικού οργανισμού, παρουσιάζεται ήδη σε μερικούς ιστοριογράφους των περασμένων αιώνων με την έννοια του λειτουργικού, ενώ με τη σημερινή του σημασία αναφέρεται… …   Dictionary of Greek

  • Ιταλία — Επίσημη ονομασία: Δημοκρατία της Ιταλίας Έκταση: 301.230 τ. χλμ. Πληθυσμός: 56.305.568 (2001) Πρωτεύουσα: Ρώμη (2.459.776 κάτ. το 2001)Κράτος της νότιας Ευρώπης. Συνορεύει στα ΒΔ με τη Γαλλία, στα Β με την Ελβετία και την Αυστρία, στα ΒΑ με τη… …   Dictionary of Greek

  • Ελλάδα - Τέχνη (Σύγχρονη) — Η ΕΙΚΑΣΤΙΚΗ ΠΑΡΑΓΩΓΗ ΣΤΗ ΣΗΜΕΡΙΝΗ ΕΛΛΑΔΑ ΚΑΙ Η ΚΑΤΑΓΩΓΗ ΤΗΣ ΑΠΟ ΤΗΝ ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΕΙΚΑΣΤΙΚΗ ΣΚΕΨΗ ΤΟΥ 19ου & ΤΟΥ 20ού αι. Εξετάζοντας την ελληνική εικαστική δημιουργία σήμερα, μπορούμε να καταλήξουμε στις εξής παραδοχές: α) παρουσιάζει έργα με μεγάλο… …   Dictionary of Greek

  • Ισπανία — Επίσημη ονομασία: Βασίλειο της Ισπανίας Έκταση: 504.782 τ. χλμ. Πληθυσμός: 40.037.995 (2001) Πρωτεύουσα: Μαδρίτη (2.882.860 κάτ. το 2000)Κράτος της νοτιοδυτικής Ευρώπης, στην Ιβηρική χερσόνησο. Συνορεύει στα ΒΑ με τη Γαλλία και την Ανδόρα, στα Δ… …   Dictionary of Greek

  • Ινδία — Επίσημη ονομασία: Δημοκρατία της Ινδίας Έκταση: 3.287.590 τ. χλμ. Πληθυσμός: 1.029.991.145 (2001) Πρωτεύουσα: Νέο Δελχί (12.791.458 κάτ. το 2001)Κράτος της νότιας Ασίας. Συνορεύει Α με το Μπαγκλαντές και τη Μυανμάρ (Βιρμανία), Β με την Κίνα και… …   Dictionary of Greek

  • Ιαπωνία — Επίσημη ονομασία: Αυτοκρατορία της Ιαπωνίας Έκταση: 377.835 τ. χλμ. Πληθυσμός: 126.771.662 (2001) Πρωτεύουσα: Τόκιο (8.130.408 κάτ. το 2000)Νησιωτικό κράτος της ανατολικής Ασίας, χωρίς σύνορα στην ξηρά με άλλη χώρα. Βρέχεται στα Β από την… …   Dictionary of Greek

  • Ηνωμένο Βασίλειο — Επίσημη ονομασία: Ηνωμένο Βασίλειο της Μεγάλης Βρετανίας και της Βορείου Ιρλανδίας Συντομευμένη ονομασία: Μεγάλη Βρετανία Έκταση: 244.820 τ. χλμ. Πληθυσμός: 59.647.790 (2001) Πρωτεύουσα: Λονδίνο (6.962.319 κάτ. το 2001)Κράτος της βορειοδυτικής… …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”